γναφεύς
| Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: Αν έχει δύο πληθυντικούς. ‑‑Sarri.greek ♫ | 15:26, 2 Νοεμβρίου 2022 (UTC) |
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | γναφεύς | οἱ | γναφεῖς - γναφῆς* |
| γενική | τοῦ | γναφέως | τῶν | γναφέων |
| δοτική | τῷ | γναφεῖ | τοῖς | γναφεῦσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὸν | γναφέᾱ | τοὺς | γναφέᾱς |
| κλητική ὦ! | γναφεῦ | γναφεῖς - γναφῆς* | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | γναφῆ1 ή γναφεῖ2 | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | γναφέοιν | ||
| * αττικός τύπος 1 όπως στη Γραμματική του Smyth 2 όπως στη Γραμματική Γυμνασίου-Λυκείου Οικονόμου. | ||||
| 3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'βασιλεύς' όπως «βασιλεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- γναφεύς < κναφ-
Πηγές
- κναφεύς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κναφεύς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.