απογέννι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το απογέννι τα απογέννια
      γενική του απογεννιού των απογεννιών
    αιτιατική το απογέννι τα απογέννια
     κλητική απογέννι απογέννια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

απογέννι < απογεννώ +

Ουσιαστικό

απογέννι ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.