αντικειμενικός προσδιορισμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αντικειμενικός προσδιορισμός οι αντικειμενικοί προσδιορισμοί
      γενική του αντικεμενικού προσδιορισμού των αντικειμενικών προσδιορισμών
    αιτιατική τον αντικειμενικό προσδιορισμό τους αντικειμενικούς προσδιορισμούς
     κλητική αντικειμενικέ προσδιορισμέ αντικειμενικοί προσδιορισμοί
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αντικειμενικός προσδιορισμός <  δείτε τις λέξεις αντικειμενικός και προσδιορισμός

Προφορά

ΔΦΑ : /an.di.ci.me.niˈkos pɾoz.ði.o.ɾiˈzmos/

Ουσιαστικό

αντικειμενικός προσδιορισμός αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.