αναγνώθω
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αναγνώθω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀναγνώθω < αρχαία ελληνική ἀναγιγνώσκω. Συγκρίνετε με το αναγινώσκω. (Χρειάζεται σχόλιο το γνώθω).
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.naˈɣno.θo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐να‐γνώ‐θω
Ρήμα
αναγνώθω, πρτ.: ανάγνωθα, αόρ.: ανάγνωσα (χωρίς παθητική φωνή)
- (ιδιωματικό, λογοτεχνικό) άλλη μορφή του αναγινώσκω
Μεταφράσεις
αναγνώθω
|
Πηγές
- αναγνώθω - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- λήγουν σε -γνώθω - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.