άλτο κόρνο
Νέα ελληνικά
(el)
άλτο κόρνο
Ετυμολογία
άλτο κόρνο
<
αγγλική
alto horn
Ουσιαστικό
άλτο κόρνο
ουδέτερο
(
μουσικό όργανο
)
είδος
χάλκινου
πνευστού
μουσικού
οργάνου
αλτικόρνο
αλτίκορνο
βαρύτονο κόρνο
ευφώνιο
μελόφωνο
κορνέτα
→
δείτε
τις
λέξεις
άλτο
και
κόρνο
Μεταφράσεις
άλτο κόρνο
αγγλικά
:
althorn
(en)
,
alto horn
(en)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.