αισθητικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
αισθητικά
<
αισθητικός
Επίρρημα
αισθητικά
σχετικά με τις
αισθήσεις
σχετικά με το
ωραίο
Μεταφράσεις
αισθητικά
γαλλικά
:
esthétiquement
(fr)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αισθητικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
αισθητικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.