αερομοντελιστής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | αερομοντελιστής | οι | αερομοντελιστές |
| γενική | του | αερομοντελιστή | των | αερομοντελιστών |
| αιτιατική | τον | αερομοντελιστή | τους | αερομοντελιστές |
| κλητική | αερομοντελιστή | αερομοντελιστές | ||
| Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αερομοντελιστής < → λείπει η ετυμολογία
Συγγενικά
Μεταφράσεις
αερομοντελιστής
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.