αδερφοσκοτωμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αδερφοσκοτωμός οι αδερφοσκοτωμοί
      γενική του αδερφοσκοτωμού των αδερφοσκοτωμών
    αιτιατική τον αδερφοσκοτωμό τους αδερφοσκοτωμούς
     κλητική αδερφοσκοτωμέ αδερφοσκοτωμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αδερφοσκοτωμός < αδερφός + σκοτωμός

Ουσιαστικό

αδερφοσκοτωμός αρσενικό

  1. φονική διαμάχη μεταξύ αδελφών
  2. εμφύλιος πόλεμος

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.