Φρῦνος

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Φρῦνος οἱ Φρῦνοι
      γενική τοῦ Φρύνου τῶν Φρύνων
      δοτική τῷ Φρύν τοῖς Φρύνοις
    αιτιατική τὸν Φρῦνον τοὺς Φρύνους
     κλητική ! Φρῦνε Φρῦνοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Φρύνω
γεν-δοτ τοῖν  Φρύνοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Φρῦνος < φρῦνος

Κύριο όνομα

Φρῦνος αρσενικό (θηλυκό Φρύνη)

Αναφορές

  1. Ernest Stewart Roberts και Ernest Arthur Gardner, An Introduction to Greek Epigraphy 2: The Inscriptions of Attica (Κέιμπριτζ: Cambridge University Press, 1905), σ. 500. (επανέκδοση: Cambridge University Press, 2011, ISBN 9781108010207).
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.