Φλώρινα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Φλώρινα | οι | Φλώρινες |
| γενική | της | Φλώρινας | των | (Φλωρινών) |
| αιτιατική | τη | Φλώρινα | τις | Φλώρινες |
| κλητική | Φλώρινα | Φλώρινες | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
-
Φλώρινα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Φλώρινα
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.