Πορθμός

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Πορθμός
      γενική τοῦ Πορθμοῦ
      δοτική τῷ Πορθμ
    αιτιατική τὸν Πορθμόν
     κλητική ! Πορθμέ
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Πορθμός < πορθμός

Κύριο όνομα

Πορθμός αρσενικό, μόνο στον ενικό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.