Πέραμα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική το Πέραμα
      γενική του Περάματος
    αιτιατική το Πέραμα
     κλητική Πέραμα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Πέραμα < πέραμα[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈpe.ɾa.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πέραμα

Κύριο όνομα

Πέραμα ουδέτερο

  1. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  2. προάστιο του Πειραιά

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Καιροφύλας, Γιάννης (1995). Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων. Αθήνα: Φιλιππότης. ISBN 9789602950746.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.