ΟΣΥ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ΟΣΥ < Οδικές Συγκοινωνίες

Προφορά

ΔΦΑ : /oˈsi/

Συντομομορφή

Ο.ΣΥ. θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό ακρωνύμιο

  • (μέσο μεταφορών) εταιρεία διαχείρισης και λειτουργίας των οδικών μέσων μαζικής μεταφοράς στην Αθήνα
      Ταχύτερες επισκευές λεωφορείων, καταρτισμένο προσωπικό, το οποίο επικεντρώνεται μόνο στις βλάβες των οχημάτων που καταφθάνουν σε αυτό, καθώς και ανάληψη έργων επισκευής οχημάτων από την αγορά προσφέρει στις ΟΣΥ (Οδικές Συγκοινωνίες) το Συνεργείο Μεγάλων Βλαβών, που παρουσιάστηκε χθες στο αμαξοστάσιο της εταιρείας στον Αγ. Ιωάννη Ρέντη.
    Αλεξάνδρα Κασσίμη, Επισκευές λεωφορείων χωρίς καθυστερήσεις, Η Καθημερινή, 6 Απριλίου 2022

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.