Μεσόγειος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Μεσόγειος | ||
| γενική | της | Μεσογείου | ||
| αιτιατική | τη | Μεσόγειο | ||
| κλητική | Μεσόγειε (Μεσόγειο) | |||
| Κατηγορία όπως «ήπειρος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Μεσόγειος < → δείτε τη λέξη Μεσόγειος Θάλασσα
Μεταφράσεις
Μεσόγειος
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.