Μεγάλη Εβδομάδα
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Μεγάλη Εβδομάδα < ελληνιστική κοινή Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς
Προφορά
- ΔΦΑ : /meˈɣa.li e.vðoˈma.ða/
Κύριο όνομα
Μεγάλη Εβδομάδα θηλυκό
- (θρησκεία) η εβδομάδα που αρχίζει από την Κυριακή των Βαΐων, όπου τιμώνται τα τελευταία γεγονότα της επίγειας ζωής του Ιησού Χριστού)
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
Μεγάλη Εβδομάδα
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.