Μακρινίτσα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Μακρινίτσα
      γενική της Μακρινίτσας
    αιτιατική τη Μακρινίτσα
     κλητική Μακρινίτσα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μακρινίτσα < σλαβικής προέλευσης *Mokrinica[1] < mokrina[2] (υγρότοπος) < πρωτοσλαβική *mokrъ (υγρός) + σλαβικής προέλευσης -ица / -ica < πρωτοσλαβική *-ica

Κύριο όνομα

Μακρινίτσα θηλυκό

Μεταφράσεις

  1. Max Vasmer, Die Slaven in Griechenland, εκδ. Verlag der Akademie der Wissenschaften in Kommission bei Walter de Gruyter u. Co.,, Βερολίνο 1941, σελ. 109.
  2. πβ. το χωριό Mokrine / Мокрине στην Βοσνία.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.