Εστιαιώτιδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Εστιαιώτιδα
      γενική της Εστιαιώτιδας
    αιτιατική την Εστιαιώτιδα
     κλητική Εστιαιώτιδα
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Εστιαιώτιδα < αρχαία ελληνική Ἑστιαιῶτις

Κύριο όνομα

Εστιαιώτιδα θηλυκό

  1. (ιστορία) περιοχή της βορειοδυτικής αρχαίας Θεσσαλίας, ταυτιζόμενη περίπου με τον σημερινό Νομό Τρικάλων
  2. Δημοτική Ενότητα (πρώην Δήμος) του Νομού Τρικάλων (από το 1999 έως το 2010 με έδρα το Μεγαλοχώρι)

Υπερώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.