Δεκέμβρης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Δεκέμβρης | οι | Δεκέμβρηδες |
| γενική | του | Δεκέμβρη | των | Δεκέμβρηδων |
| αιτιατική | τον | Δεκέμβρη | τους | Δεκέμβρηδες |
| κλητική | Δεκέμβρη | Δεκέμβρηδες | ||
| Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Δεκέμβρης < → λείπει η ετυμολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.