wiki

Αγγλικά (en)

      ενικός         πληθυντικός  
wiki wikis

Ετυμολογία

wiki < συντόμευση του όρου WikiWikiWeb < χαβανέζικη wikiwiki (γρήγορος) + web

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈwiːki/

Ουσιαστικό

wiki (en)

  • (πληροφορική) το βίκι, μια δυναμική ιστοσελίδα, στο περιεχόμενο της οποίας μπορεί να επέμβει οποιοσδήποτε επισκέπτης
    ελληνική εκφορά: ουίκι ή γουίκι, βίκι

Σύνθετα

Πολυλεκτικοί όροι



Γαλλικά (fr)

      ενικός         πληθυντικός  
wiki wikis

Ουσιαστικό

wiki (fr) αρσενικό

  • wiki στη γαλλική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γαλλική Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.