vide
Γαλλικά
(fr)
Ετυμολογία
vide
<
→
λείπει η ετυμολογία
Προφορά
ΔΦΑ
: /
?
/
ⓘ
Επίθετο
ενικός
πληθυντικός
vide
vides
vide
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
άδειος
,
κενός
,
τζούφιος
,
αδειανός
Ουσιαστικό
ενικός
πληθυντικός
vide
vides
vide
(fr)
αρσενικό
το
κενό
Συγγενικά
vidage
vider
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.