in-
Λατινικά (la)
Ετυμολογία
- in-
- σημασία στερητική < κληρονομημένο από την πρωτοϊταλική < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή : πρόθημα *n̥- του μορίου *ne: *h₁én (εν, εντός, και γραφή *én)
- σημασία «μέσα» < η πρόθεση in
- σημασία «μετά» < κληρονομημένο από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *énu
| * in | Λατινικές λέξεις με πρόθημα in- στο Βικιλεξικό |
| * ig- ή in- πριν από gn | Λατινικές λέξεις με πρόθημα ig- στο Βικιλεξικό |
| * il- πριν από l | Λατινικές λέξεις με πρόθημα il- στο Βικιλεξικό |
| * im- πριν από b ή p | Λατινικές λέξεις με πρόθημα im- στο Βικιλεξικό |
| * ir- πριν από r | Λατινικές λέξεις με πρόθημα ir- στο Βικιλεξικό |
παραδείγματα
- impune - νηποινεί, χωρίς τιμωρία
- inconstans - ασταθής
- incorrupte - αδιάφθορα
- incredibilis - απίστευτος
- injustus - άδικος
- infragilis - άθραυστος
- infrenis - χωρίς χαλινό
- inverto - αναστρέφω
Πηγές
- in- #Latin στο αγγλικό Βικιλεξικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.