hard code
Αγγλικά (en)
Ρήμα
| ενεστώτας | hard code |
| γ΄ ενικό ενεστώτα | hard codes |
| αόριστος | hard coded |
| παθητική μετοχή | hard coded |
| ενεργητική μετοχή | hard coding |
hard code (en)
- (πληροφορική) δίνω τιμές μέσα στον πηγαίο κώδικα (source code) ενός προγράμματος, οι οποίες αλλάζουν μόνο με τροποποίηση του κώδικα και δεν μπορούν να αλλάξουν κατά την διάρκεια της εκτέλεσης του προγράμματος
- hardcode
- hard-code
Αντώνυμα
- softcode
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.