finesse
Αγγλικά (en)
Ουσιαστικό
- η δεξιοτεχνία
- η μαεστρία
- ο παραπλανητικός αντιπερισπασμός, το στρατήγημα, το τέχνασμα
Ρήμα
- βελτιστοποιώ, τελειοποιώ
- αποδίδω δεξιοτεχνικά
- αντιπερισπώ, διεξάγω/διενεργώ παραπλανητικό αντιπερισπασμό, στρατήγημα, τέχνασμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.