downstairs

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

downstairs < down- + stairs

Επίθετο

παραθετικά
θετικός downstairs
συγκριτικός further downstairs
υπερθετικός furthest downstairs

downstairs (en)

  • (μόνο πριν από το ουσιαστικό) κάτω, σε έναν όροφο ενός σπιτιού ή κτιρίου χαμηλότερο από αυτόν που βρίσκομαι
    the downstairs rooms - τα κάτω δωμάτια
     αντώνυμα: upstairs

Επίρρημα

παραθετικά
θετικός downstairs
συγκριτικός further downstairs
υπερθετικός furthest downstairs

downstairs (en)

  • κάτω, σε έναν όροφο ενός σπιτιού ή ενός κτιρίου χαμηλότερο από αυτόν που βρίσκομαι, ειδικά αυτόν στο επίπεδο του ισογείου
    Are you upstairs or downstairs?
    Είστε επάνω ή κάτω;
    Downstairs is the workroom and upstairs the house.
    Κάτω είναι το εργαστήριο κι επάνω στο σπίτι.
     αντώνυμα: upstairs

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.