champagne

Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

champagne < περιοχή Champagne (Καμπανία) < υστερολατινική campānia (Campania Remensis, η συγκεκριμένη περιοχή) < λατινική campāneus < campus

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
champagne champagnes

champagne (fr)

  1. (αρσενικό) η σαμπάνια
  2. (θηλυκό) ασβεστολιθική πεδιάδα
  3. (θηλυκό) (εραλδική) το κατώτερο μέρος ενός οικόσημου

Επίθετο

champagne (fr) αρσενικό άκλιτο

Συγγενικά

Πηγές




Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

champagne < (άμεσο δάνειο) γαλλική champagne

Προφορά

ΔΦΑ : /ʃamˈpaɲ/

Ουσιαστικό

champagne (it) αρσενικό

Επίθετο

champagne (it)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.