alto
Γαλλικά
(fr)
ενικός
πληθυντικός
alto
altos
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
alto
(fr)
αρσενικό
(
μουσικό όργανο
)
το
άλτο
, η
βιόλα
Ισπανικά
(es)
ενικός
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
alto
altos
θηλυκό
alta
altas
Επίθετο
alto
(es)
ψηλός
Αντώνυμα
bajo
Ιταλικά
(it)
ενικός
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
alto
alti
θηλυκό
alta
alte
Προφορά
ⓘ
Επίθετο
alto
(it)
ψηλός
Αντώνυμα
basso
Πορτογαλικά
(pt)
ενικός
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
alto
altos
θηλυκό
alta
altas
Επίθετο
alto
(pt)
ψηλός
Αντώνυμα
baixo
→
δείτε
τη
λέξη
altus
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.