addressing

Αγγλικά (en)

Προφορά

ΔΦΑ : /əˈdɹɛsɪŋ/
 

Ουσιαστικό

addressing (en)

  • (πληροφορική) διευθυνσιοδότηση, διευθυνσιοδοσία[1]
      geographical addressing and forwarding for point-to-point and point-to-multipoint communications / γεωγραφική διευθυνσιοδότηση και προώθηση για δισημειακές και σημειο-πολυσημειακές επικοινωνίες[1]

Πολυλεκτικοί όροι

Ρηματικός τύπος

addressing (en)

Αναφορές

  1. από αναζήτηση στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.