Sichel

Γερμανικά (de)

[1] μικρό δρεπάνι
[2] Μηνίσκος

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈzɪçl̩/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Sichel

Ουσιαστικό

Sichel (de) θηλυκό

  1. (εργαλείο) το μικρό δρεπάνι
  2. ο μηνίσκος
 συνώνυμα: Mondsichel, Halbmond

Πηγές



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Sichel < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Sichel αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Γερμανικά (de)

Ετυμολογία

Sichel < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Sichel αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.