Paris
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ⓘ
Συγγενικά
Πηγές
Ομώνυμα / Ομόηχα
- je parie, tu paries, il/elle/on parie, ils/elles parient
- parie (προστακτική)
- un pari, des paris
Γερμανικά (de)
Ετυμολογία
- Paris < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ⓘ
Δανικά (da)
Ετυμολογία
- Paris < → λείπει η ετυμολογία
Ιταλικά (it)
Ετυμολογία
- Paris < → λείπει η ετυμολογία
Σουηδικά (sv)
Ετυμολογία
- Paris < → λείπει η ετυμολογία
Τουρκικά (tr)
Προφορά
- ΔΦΑ : /pɑːˈɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Pa‐ris
Φινλανδικά (fi)
Ετυμολογία
- Paris < → λείπει η ετυμολογία
Πηγές
- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet kaikki
Φλαμανδικά (vls)
Ετυμολογία
- Paris < → λείπει η ετυμολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.