Nadel

Γερμανικά (de)

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈnaːdl̩/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Nadel

Ουσιαστικό

Nadel (de) θηλυκό

  1. η βελόνα
  2. ο δείκτης

Πηγές



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Nadel < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Nadel αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Γερμανικά (de)

Ετυμολογία

Nadel < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Nadel αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.