Holland
Αγγλικά (en)
Γερμανικά (de)
Προφορά
- ⓘ
Κύριο όνομα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
| ονομαστική | das | Holland | — | |
| γενική | des | Hollands | — | |
| δοτική | dem | Holland | — | |
| αιτιατική | das | Holland | — | |
Holland (de) ουδέτερο
- η περιοχή Ολλανδία
- (κατ’ επέκταση) η χώρα Ολλανδία, οι Κάτω Χώρες
Σουηδικά (sv)
Προφορά
- ⓘ
Φινλανδικά (fi)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
Γερμανικά (de)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
Ιταλικά (it)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
Σουηδικά (sv)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
Δανικά (da)
Ετυμολογία
- Holland < → λείπει η ετυμολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.