ἐΰς
Αρχαία ελληνικά
(grc)
Ετυμολογία
ἐΰς
:
ίσως
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*
h₁es
- (
εἰμί
), και έτσι συγγενές με τα
εἰμί
,
οὐσία
,
ἐτεός
κ.ά. Ίσως <
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*
h₁su
-, μηδενική
βαθμίδα
του *
h₁esu
- (
ἀγαθός
), συγγενές με το
εὖ
. Ίσως
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*
wesu
-
Επίθετο
ἐΰς
, -, ἠΰ
αγαθός
γενναίος
ευγενής
επικός τύπος
:
ἠΰς
μυκηναϊκή διάλεκτος
: 𐀁𐀄- (e-u--)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.