ἄρχω

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ἄρχω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂érgʰ- (ἄρχω). Συνδέεται με το ομηρικό ὄρχαμος (αρχηγός, προπορευόμενος). Πιθανόν και με τη μυκηναϊκή 𐀃𐀏 (o-ka).  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ρήμα

ἄρχω

  1. (αρχική σημασία) αρχίζω
    ἄρχεται λέγων - αρχίζει να μιλάει
  2. διοικώ, κυβερνώ

Συγγενικά

 ετυμολογικό πεδίο 
ἀρχ-, ἀρκτ- 

(Χρειάζεται πλήρες το ετυμολογικό πεδίο)

  • ἀρχι- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ἀρχι- στο Βικιλεξικό
  • -άρχης Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -άρχης στο Βικιλεξικό
  • -αρχία Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -αρχία στο Βικιλεξικό
  • -αρχος Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -αρχος στο Βικιλεξικό

Σύνθετα

σύνθετα του ρήματος:

Κλίση

  • λείπει η κλίση

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.