ἀλέγω
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- ἀλέγω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
ἀλέγω (μόνο σε ποιητική χρήση), (μόνο στον ενεστώτα)
- φροντίζω, νοιάζομαι, μεριμνώ
- (με άρνηση) δεν φροντίζω, αδιαφορώ
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 17 (ρ. Τηλεμάχου καὶ Ὀδυσσέως ἐπάνοδος εἰς Ἰθάκην.), στίχ. 390 (389-391)
- αὐτὰρ ἐγώ γε | οὐκ ἀλέγω, ἧός μοι ἐχέφρων Πηνελόπεια | ζώει ἐνὶ μεγάροις καὶ Τηλέμαχος θεοειδής.»
- Αλλά κι εγώ | αδιαφορώ, όσο θα ζουν ακόμα στο παλάτι η Πηνελόπη, | γνωστική και φρόνιμη, και θεϊκός στην όψη του ο Τηλέμαχος.»
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- αὐτὰρ ἐγώ γε | οὐκ ἀλέγω, ἧός μοι ἐχέφρων Πηνελόπεια | ζώει ἐνὶ μεγάροις καὶ Τηλέμαχος θεοειδής.»
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 17 (ρ. Τηλεμάχου καὶ Ὀδυσσέως ἐπάνοδος εἰς Ἰθάκην.), στίχ. 390 (389-391)
- (+ γενική) φροντίζω για
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 9 (ι. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Κίκονας, Λωτοφάγους καὶ Κύκλωπας.), στίχ. 275 (275-276)
- οὐ γὰρ Κύκλωπες Διὸς αἰγιόχου ἀλέγουσιν | οὐδὲ θεῶν μακάρων, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτεροί εἰμεν.
- οι Κύκλωπες δεν νοιάζονται | τι λέει ο Δίας με την αιγίδα του μήτε οι μακάριοι θεοί· είμαστε εμείς κατά πολύ πιο δυνατοί.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- οὐ γὰρ Κύκλωπες Διὸς αἰγιόχου ἀλέγουσιν | οὐδὲ θεῶν μακάρων, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτεροί εἰμεν.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 9 (ι. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Κίκονας, Λωτοφάγους καὶ Κύκλωπας.), στίχ. 275 (275-276)
- (+ αιτιατική) προσέχω, σέβομαι, εκτιμώ
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 6 (ζ. Ὀδυσσέως ἄφιξις εἰς Φαίακας.), στίχ. 268 (268-269)
- ἔνθα δὲ νηῶν ὅπλα μελαινάων ἀλέγουσι, | πείσματα καὶ σπείρα, καὶ ἀποξύνουσιν ἐρετμά.
- όπου κι οι ναυτικοί μας φτιάχνουν ξάρτια για τα μελανά μας σκάφη, | χοντρά σχοινιά, πανιά, ξύνουν και τα κουπιά.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἔνθα δὲ νηῶν ὅπλα μελαινάων ἀλέγουσι, | πείσματα καὶ σπείρα, καὶ ἀποξύνουσιν ἐρετμά.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 6 (ζ. Ὀδυσσέως ἄφιξις εἰς Φαίακας.), στίχ. 268 (268-269)
- συναριθμώ, συγκαταλέγω, συμπεριλαμβάνω
- ἀλεγύνω
Παράγωγα
Πηγές
- ἀλέγω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀλέγω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.