Мела
Ρωσικά (ru)
Ετυμολογία
- Мела < (μεταγραφή) νέα ελληνική Μελά
Μεταγραφή
Мела (ru)
- το ελληνικό γυναικείο επώνυμο Μελά, όπως αποδίδεται με κυριλλικούς χαρακτήρες στη ρωσική γλώσσα
-
Наталия Мела στη ρωσική Βικιπαίδεια
, λήμμα για την Ελληνίδα γλύπτρια Ναταλία Μελά (1923-2019)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.