χειμερία νάρκη

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

χειμερία νάρκη < επίθετο χειμέριος και ουσιαστικό νάρκη

Προφορά

ΔΦΑ : /çi.meˈɾi.a ˈnaɾ.ci/

Πολυλεκτικός όρος

χειμερία νάρκη θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.