φθονερά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
φθονερά
<
φθονερός
Επίρρημα
φθονερά
με τρόπο
φθονερό
, με φθόνο (για βλέμμα, ενέργεια)
Μεταφράσεις
φθονερά
γαλλικά
:
envieusement
(fr)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
φθονερά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
φθονερό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.