τραμπαλίζομαι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τραμπαλίζομαι < τραμπάλ(α) + -ίζομαι

Ρήμα

τραμπαλίζομαι

  1. κάνω τραμπάλα
    Τραμπα-τραμπαλίζομαι, πέφτω και τσακίζομαι (παιδικό τραγουδάκι)
  2. (κατ’ επέκταση) κουνιέμαι απ’ τη μια και την άλλη πλευρά, πέρα - δώθε

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.