σφαιρική άτρακτος
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
σφαιρική άτρακτος θηλυκό
- τμήμα της επιφάνειας μιας σφαίρας που περιλαμβάνεται μεταξύ δύο ημικυκλίων που έχουν κοινή διάμετρο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.