συμπαρίσταμαι
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- συμπαρίσταμαι < αρχαία ελληνική συμπαρίσταμαι
Κλίση
- → λείπει η κλίση
Μεταφράσεις
συμπαρίσταμαι
|
Πηγές
- συμπαρίσταμαι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- συμπαρίσταμαι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- συμπαρίσταμαι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- συμπαρίσταμαι < παθητική φωνή του ρήματος συμπαρίστημι
Ρήμα
συμπαρίσταμαι (ελληνιστική κοινή)
- (με δοτική) στέκομαι κοντά σε κάποιον και τον βοηθώ
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά, Περὶ εὐθυμίας, 474α
- Οὐ γάρ, ὡς ὁ Μένανδρός φησιν,
« Ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται
εὐθὺς γενομένῳ, μυσταγωγὸς τοῦ βίου
ἀγαθός, »
- Οὐ γάρ, ὡς ὁ Μένανδρός φησιν,
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά, Περὶ εὐθυμίας, 474α
- αττικός τύπος ξυμπαρίσταμαι
Πηγές
- συμπαρίσταμαι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.