σουλιωτοχώρια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σουλιωτοχώριι τα σουλιωτοχώριια
      γενική του σουλιωτοχωριιού των σουλιωτοχωριιών
    αιτιατική το σουλιωτοχώριι τα σουλιωτοχώριια
     κλητική σουλιωτοχώριι σουλιωτοχώριια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

σουλιωτοχώρια < Σουλιώτης (< Σούλι < αλβανικά shul) + -ο- + χωρ(ιό) + ια

Ουσιαστικό

σουλιωτοχώρια ουδέτερο στον πληθυντικό

  • χωριά του Σουλίου
      Στα πέντε Σουλιωτοχώρια η επικοινωνία είναι δραματική, τα τηλέφωνα έχουν διαρκώς βλάβη. Εδώ και δύο χρόνια, όμως, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. (*)

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.