ροκφόρ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ροκφόρ < (λόγιο δάνειο) γαλλική roquefort[1] < Roquefort-sur-Soulzon (χωριό της νότιας Γαλλίας, όπου πρωτοπαρασκευάστηκε αυτό το είδος του τυριού)

Ουσιαστικό

ροκφόρ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.