πυρηνική ιατρός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πυρηνική ιατρός οι πυρηνικές ιατροί
      γενική της πυρηνικής ιατρού των πυρηνικών ιατρών
    αιτιατική την πυρηνική ιατρό τις πυρηνικές ιατρούς
     κλητική πυρηνική ιατρέ πυρηνικές ιατροί
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

πυρηνική ιατρός <  δείτε τις λέξεις πυρηνική και ιατρός

Ουσιαστικό

πυρηνική ιατρός θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.