προϊόντος του χρόνου
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
< → δείτε τη λέξη προϊών στη γενική προϊόντος, του, και χρόνος. • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Έκφραση
προϊόντος του χρόνου
- (λόγιο) για γεγονός που μεταβάλλεται ή θα μεταβληθεί, ευμενώς ή δυσμενώς, καθώς παρέρχεται ο χρόνος (ως προϊόν αυτού)
Συνώνυμα
- με την πάροδο του χρόνου
Συγγενικά
- συν τω χρόνω
- χρόνο με τον χρόνο (χρόνος/έτος)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.