προϊόντος

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

προϊόντος

  1. γενική ενικού, αρσενικού γένους του προϊών
  2. γενική ενικού, ουδέτερου γένους του προϊών

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

προϊόντος ουδέτερο

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.