πραιτοριανοί

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι πραιτοριανοί
      γενική των πραιτοριανών
    αιτιατική τους πραιτοριανούς
     κλητική πραιτοριανοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

πραιτοριανοί < πληθυντικός αριθμός του πραιτοριανός

Ουσιαστικό

πραιτοριανοί αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

πραιτοριανοί

Ομώνυμα / Ομόηχα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.