πεκινουά

Νέα ελληνικά (el)

Σκύλος πεκινουά

Ετυμολογία

πεκινουά < (λόγιο δάνειο) γαλλική pékinois < Pékin +‎ -ois < κινεζική 北京 (Πεκίνο)[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /pe.ci.nuˈa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πεκινουά

Ουσιαστικό

πεκινουά ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.