ολοεδρικός

Νέα ελληνικά (el)

λείπει η κλίση

Ετυμολογία

ολοεδρικός < ολο- + εδρικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική holohedral)

Επίθετο

ολοεδρικός

  • ολόεδρος

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.