οθόνη αφής

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

οθόνη αφής <  δείτε τις λέξεις οθόνη και αφή < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική touchscreen

Πολυλεκτικός όρος

οθόνη αφής θηλυκό

  • (τεχνολογία, υλικό υπολογιστή) οθόνη ηλεκτρονικής συσκευής που δίνει στο χρήστη τη δυνατότητα να επιλέξει διάφορες λειτουργίες ακουμπώντας την με το δάχτυλό του ή με μία ειδική γραφίδα

Συνώνυμα

  • απτική οθόνη

Υπερώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.