μικρή οθόνη

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μικρή οθόνη <  δείτε τις λέξεις μικρός και οθόνη

Πολυλεκτικός όρος

μικρή οθόνη θηλυκό

  1. η τηλεόραση (το μέσο, σε αντιδιαστολή προς τη μεγάλη οθόνη, τον κινηματογράφο)
    Στη μικρή οθόνη, μέσα από τη συχνότητα της ΕΤ1, επέστρεψε η εκπομπή «Βιβλία στο κουτί». (από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 26 Απριλίου 2011)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.